Στην Ελλάδα λέγεται με καμάρι ότι στη χώρα μας, όπως και στις γείτονες χώρες της Μεσογείου, οι οικογένειες είναι πολύ δεμένες μεταξύ τους, ενώ στις χώρες του βορρά οι ‘κρύοι’ ευρωπαίοι δεν νοιάζονται το ίδιο για το ‘θεσμό της οικογένειας’.

Πράγματι, στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες οι σχέσεις γονιών και παιδιών χαλαρώνουν μετά την ενηλικίωση. Αυτό όμως δεν οφείλεται σε έλλειψη κάποιας ορμόνης οικογενειακής πίστεως, όπως αρέσκονται να πιστεύουν οι συντοπίτες μας. Στην πραγματικότητα, ο λόγος γι’ αυτό είναι η ύπαρξη μιας εύρυθμης και αξιόπιστης κρατικής λειτουργίας, η οποία παρέχει στο νέο ενήλικο τα απαραίτητα εχέγγυα για την ανεξαρτητοποίησή του. Έτσι, η οικογένεια, το ‘κύτταρο’ της κοινωνίας, περιορίζεται, ορθά, στον πραγματικό ρόλο της ανατροφής των νέων ατόμων της κοινωνίας, όσο αυτά είναι ακόμη μικρά, ενώ στη συνέχεια η κοινωνία μπορεί να τα αποδεχθεί, να τα υποστηρίξει και να ωφεληθεί συνάμα από αυτά, ως ώριμους και υπεύθυνους νέους πολίτες της.

Αυτό βέβαια προϋποθέτει την παροχή μιας ικανής προς αυτό το σκοπό εκπαιδευτικής προετοιμασίας, τη διάθεση θέσεων εργασίας και την οικονομική γενικά υποστήριξη του ατόμου, ώστε αυτό να ενσωματωθεί με επιτυχία στο κοινωνικό κρατικό σύνολο, και να ανταποδώσει τις παραπάνω παροχές, με τα ωφελήματα της εργασίας του και της ενεργούς πολιτικής παρουσίας του.

Τότε μόνο ολοκληρώνεται στην ουσία ο απογαλακτισμός του, ο οποίος αντιμετωπίζεται με ικανοποίηση και από τις δύο μεριές, και των γονιών και του παιδιού. Το σημαντικότερο, ο οικογενειακός δεσμός, μέσα στον οποίο το νέο άτομο ανατράφηκε και αυτοπροσδιορίστηκε, δίνει τη θέση του στο δεσμό του ατόμου με την κοινωνία, μεταξύ των οποίων δημιουργείται μια (νέα) σχέση εμπιστοσύνης, κοινών στόχων και προσπαθειών.

Φυσικά, τα πράγματα δεν είναι πάντα τόσο ιδανικά, είναι όμως γεγονός ότι μια ώριμη και υπεύθυνη κοινωνία δημιουργεί τις παραπάνω συνθήκες ανεξαρτητοποίησης των νέων πολιτών της, την οποία υποστηρίζει και από την οποία επωφελείται. Γι’ αυτό και στις χώρες που υπάρχουν οι βασικές δυνατότητες ατομικής αυτονόμησης, η οικογένεια περνάει σε δεύτερο ρόλο, και τα μέλη της (γονείς και παιδιά) καλλιεργούν την προσωπική, ανεξάρτητη πορεία τους.

Τι συμβαίνει όμως, όταν σε ένα κράτος δεν υπάρχει η κατάλληλη υποδομή, που να επιτρέπει την αυτόνομη αξιοπρεπή υπόσταση των ατόμων-πολιτών του; Όταν δηλαδή δεν μπορεί να υποστηρίξει την οικονομική ανεξαρτησία τους, από τη μία, αλλά και ούτε εμπιστοσύνη σε κοινούς στόχους και σε μια αξιόπιστη κρατική λειτουργία μπορεί να δημιουργήσει, από την άλλη; Τότε, μοιραία, τις παραπάνω λειτουργίες συνεχίζει να επιτελεί η οικογένεια, και μετά την ενηλικίωση των νεότερων μελών της.

Και οι γονείς, πιστοί στο οικογενειοκρατικό μοντέλο που κληρονόμησαν, αναλαμβάνουν πρόθυμα, πέραν από την ευθύνη της ανατροφής, και τον ρόλο της αποκατάστασης των παιδιών τους. Κι όλα αυτά, σε μια σχέση εξάρτησης που απέχει παρασάγγας από μια ‘ανιδιοτελή αγάπη’, και αγγίζει δυσθεώρητες συναισθηματικές και όχι μόνο δοσοληψίες.

Στην πράξη αυτό σημαίνει, όπως το ζούμε στη βαθιά οικογενειοκρατική χώρα μας, ότι οι γονείς θα υποστηρίξουν οικονομικά τις σπουδές των παιδιών τους και στη συνέχεια θα φροντίσουν να τους βρουν μια ‘αξιοπρεπή’ δουλειά (αν ‘αξιοπρεπής’ δουλειά δεν βρίσκεται, τότε θα φροντίσουν να παρέχουν ένα ‘αξιοπρεπές’ χαρτζιλίκι). Επίσης οι γονείς συνδράμουν (αν δεν αναλαμβάνουν εξολοκλήρου) τις σοβαρές οικονομικές υποχρεώσεις των παιδιών τους, όπως η αγορά αυτοκινήτου και ακινήτου. Ο σημαντικότερος όμως, ρόλος στην (ενήλικη) ζωή των παιδιών τούς επιφυλάσσεται όταν αυτά αποκτήσουν τα δικά τους παιδιά: Τότε οι γονείς αναλαμβάνουν κυρίαρχο ρόλο στην ανατροφή των εγγονιών τους, τα οποία αγκαλιάζουν ως τα ‘νέα παιδιά’ τους.

Φυσικά, όλες οι παραπάνω οικογενειακές ‘παροχές’ δεν αποτελούν γονεϊκούς καταναγκασμούς, μα τα ‘παιδιά’ τις αποδέχονται με μεγάλη ευχαρίστηση, πληρώνοντας το ισόβιο τίμημα της εξάρτησης κι ενοχικής υπακοής στις γονεϊκές ατέλειωτες προσταγές.

Τι μπορεί όμως, να περιμένει κανείς από ένα κράτος, το οποίο στην ουσία έχει αντικατασταθεί από το μηχανισμό της οικογένειας; Πολίτες με μηδενική κοινωνική συνείδηση, ταμπουρωμένους στα ατομικά και οικογενειακά τους μικροσυμφέροντα, εξαρτημένους οικονομικά και ψυχικά από οιδιπόδειες υδροκέφαλες σχέσεις που θα έπρεπε να έχουν κλείσει τον κύκλο τους πολλά χρόνια πριν.

Κι όμως, το κράτος –το δυσλειτουργικό, ανεπαρκές κράτος– βγαίνει κερδισμένο από την παραπάνω κατάσταση: από τη μία, διότι οι βασικές του ευθύνες και υποχρεώσεις μετακυλίονται στους ίδιους τους πολίτες, οι οποίοι, δρώντας στο σχήμα της οικογένειας, καλούνται να τα κάνουν όλα μόνοι τους. Από την άλλη, οι ανώριμοι, ευθυνόφοβοι και φοβικά προσκολλημένοι στην οικογενειακή σκέπη νέοι πολίτες, αποτελούν το ιδανικό μοντέλο που ποτέ δεν θα αντιδράσει και δεν θα διεκδικήσει τα δικαιώματα και τις παροχές που το κράτος του οφείλει. Ούτε και θα απειλήσει την κρατική εξουσία και σταθερότητα.

Κάπως έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος παραγωγής δυσαρεστημένων, μα ανίκανων να αντιδράσουν πολιτών, οι οποίοι περαιτέρω (και κατά το ‘αγαστό’ γνωστό μας τρίπτυχο) καταπίνουν εύκολα το χρυσό χάπι των εθνικιστικών και θρησκευτικών κορόνων που τους παρέχονται απλόχερα. Γιατί το επόμενο στάδιο μιας απογοητευτικής και αδιέξοδης κοινωνικής ζωής είναι η αναζήτηση στόχων και ιδανικών σε θεωρητικά σχήματα και κούφιες ιδέες, όπως είναι τελικά η «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια».

Ροζίτα Σπινάσα

These icons link to social bookmarking sites where readers can share and discover new web pages.
  • Digg
  • Sphinn
  • del.icio.us
  • Facebook
  • Mixx
  • Google
  • Furl
  • Reddit
  • Spurl
  • StumbleUpon
  • Technorati