Το Σάββατο το βράδυ είχα κι εγώ την τύχη να δω τον Αστροναύτη και την παρέα του, σε ένα φοβερό live, από αυτά που μόνο στο Av θα μπορούσαν να γίνουν. Γιατί το γουστάρω πολύ το Αν, το νοιώθεις ότι γράφει τη σελίδα του στη μουσική Ιστορία αυτής της πόλης, χωρίς να χρειάζεται καμία αφίσα να στο πει και κανένα σποτάκι να το βροντοφωνάξει. Έτσι όπως γράφονται οι ωραίες ιστορίες, στα μικρά κι άσημα υπόγεια.

Εκεί ήρθε λοιπόν ο Mark, ένας σκελετωμένος από το λιώμα και τις κακουχίες άγγλος. Ένα ακόμη λευκό σκουπίδι, γι’ αυτούς που δεν ξέρουν ότι αυτό το ρεμάλι έχει γράψει φοβερή μουσική πίσω στα άγρια χρόνια, την οποία –για καλή του τύχη– έχουν ακούσει και κάποιες εκατοντάδες άτομα ανά ευρωπαϊκή χώρα. Συνοδευόμενος από τρία στην κυριολεξία αμούστακα και έτοιμα –επίσης στην κυριολεξία– να σπάσουν τα όργανά τους αγγλάκια, δεν πίστευε καλά καλά το χαμό που προξένησε η εκρηκτική παρουσία του. Γι’ αυτόν βλέπεις μέχρι χθες η Αθήνα ήταν απλά μια κουκίδα στο χάρτη, κι αυτός ήταν πολύ μακριά (γενικώς), για να φανταστεί ότι υπάρχουν κι εδώ παιδιά που όχι μόνο θα τραγουδήσουν μαζί του τα τραγούδια του, μα και θα τον αποθεώσουν, μεταξύ άγριων και πανηγυρικού χαρακτήρα σπρωξιών και punk αλαλαγμών.

Ο ορισμός του καλού live, από αυτά που πάντα δύσκολα συναντάς - η δύναμη της αυθεντικότητας που σκορπίζει –δυσεύρετη– το ασθενικό, μα πολύτιμο φως της. Κάπως έτσι, την ώρα που την Αθήνα μούσκευε η μαγιάτικη μπόρα, το υπόγειο της Σολωμού έπαιρνε φωτιά.


Αυτό που γούσταρα πολύ στην όλη φάση, ήταν ο punk συφερτός που ξεσάλωνε κάτω και πάνω από τις μπάρες της σκηνής. Ανάμεσα στον καταιγισμό αδρεναλίνης και άγριας ψυχικής ανάτασης, διαπίστωσα ότι αυτή η ομάδα των ανθρώπων, με την οποία δεν είχα και δεν έχω κανένα πάρε δώσε, μου είναι ιδιαίτερα συμπαθής. Τι είναι όμως αυτό που τους κάνει να ξεχωρίζουν; Έχοντας απομυθοποιήσει πλέον κάθε είδους εκκεντρικές εμφανίσεις, γνωρίζω ότι σε κάθε υποσύνολο ανθρώπων κρύβονται οι ίδιες πάνω κάτω παρορμήσεις και ψυχικές καταστάσεις. Ειδικά τα κλειστά και ιδιόμορφα γκρουπ διακρίνονται για την ανάγκη τους για αυτοπροβολή και κραυγαλέα διαφορετικότητα, η οποία συνοδεύεται νομοτελειακά και από μεγάλες ποσότητες ‘δήθεν’. Σίγουρα κι αυτά τα παιδιά κάπως έτσι λειτουργούν στο μικρόκοσμό τους, με διαφορετικούς μεν –κι άγριους– κώδικες, αλλά με τις ίδιες ανθρώπινες δομές και ανάγκες.

Αυτό που όμως δεν συναντάς εύκολα σε άλλα –κοινωνικά και αισθητικά– υποσύνολα, είναι η ακραία τους εμφάνιση: μοϊκάνες κι άλλα περίεργα ξυρίσματα της κεφαλής, αμέτρητα piercing, τατουάζ και γενικά ανεξίτηλες και μόνιμες εμφανισιακές παρεκτροπές: μπορεί στο δικό τους κύκλο αυτά να είναι όχι μόνο αποδεκτά μα κι απολύτως ερωτεύσιμα, ξέρουν όμως και οι ίδιοι πολύ καλά ότι όχι μόνο απέχουν έτη φωτός από το ελάχιστο όριο της mainstream ‘ομορφιάς’ –αυτό επιδιώκουν άλλωστε–, μα κι ότι τους εξασφαλίζουν, στις πλείστες των περιπτώσεων, την κοινωνική, οικογενειακή και επαγγελματική κόκκινη κάρτα. Έτσι η πρόκλησή τους δεν είναι κενή συνεπειών, αλλά συνοδεύεται από το αντίστοιχο συνειδητό τίμημα (με την εξαίρεση των πανκοαναρχοαυτόνομων β.π. - αυτό είναι όμως μια ειδική υποκατηγορία).

Δεν είναι, δηλαδή, από αυτούς που το βράδυ επιδίδονται σε κάθε είδους ακρότητες και το άλλο πρωί ξαναγίνονται, καθαρή τη καρδία, τα καλά παιδιά του μπαμπά, της μαμάς και της εργοδοσίας. Άσχετα από τις αιτίες της (αναίτιας) επανάστασής τους, η μαγκιά στη δική τους περίπτωση δεν είναι τσάμπα. Γι’ αυτό και όταν αυτοί οι ζόρικοι καλικάτζαροι βρεθούν σε ευνοϊκό περιβάλλον, τα κάνουν όλα λίμπα - γουστάρουν και γουστάρουμε κι εμείς μαζί τους.

Ροζίτα Σπινάσα

These icons link to social bookmarking sites where readers can share and discover new web pages.
  • Digg
  • Sphinn
  • del.icio.us
  • Facebook
  • Mixx
  • Google
  • Furl
  • Reddit
  • Spurl
  • StumbleUpon
  • Technorati