5 πράγματα που δεν ξέρετε για τον Λάμπρο Σκουζ και δεν θα αλλάξει στο παραμικρό η ζωή σας αν τα μάθετε. Δημήτρη ευχαριστώ για την πρόσκληση. Ήξερες άλλωστε ότι αν δε με καλούσες εσύ, θα σε καλούσα εγώ, έτσι;

1. Η πιο πρώιμη μουσική μου ανάμνηση ήταν διπλή: Ένοιωθα ευτυχία ακούγοντας τους Abba και είναι ακόμη η μόνη μουσική που όχι μόνο δε βαρέθηκα ποτέ αλλά και αυτόματα με ρίχνει στα 1973, στην ηλικία των 5. Βλέπω όλη την οικογένειά μου μαζεμένη στο σαλόνι και χαμογελούν. Στην ουσία είναι η μόνη ευτυχισμένη μου ανάμνηση από την οικογενειακή ζωή. Ένα χρόνο νωρίτερα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης κέρδιζε ο Δώρος Γεωργιάδης, με το «Αν ήμουν πλούσιος». Με έλιωνε αυτό το τραγούδι, κανένα dark wave, κανείς Ian Curtis δεν πλησίασε τόσο την απόγνωση. Η φτώχια, η γρίπη, η παγωνιά, το υπόγειο έμπασε νερά …Επίσης οι εφιάλτες του ήταν περισσότερο πρακτικοί και τους είχα ήδη αντιμετωπίσει: και κλαιν συνέχεια τα μωρά στη γειτονιά / και δε μπορώ να κοιμηθώ... Το να μη μπορείς να κοιμηθείς από το θόρυβο του διπλανού εξακολουθεί να με ταλαιπωρεί δεκαετίες μετά. Άρα και διαχρονικός ο Δώρος. Χάρη στον πρίγκιπα Soulseek μπορώ ξανά να ονειρευτώ πως είμαι πλούσιος, πως είμαι πλούσιος, καραβοκύρης, βασιλιάς, ταξιδευτής

2. Κατά τα άλλα μεγάλωσα στην υποτιθέμενη τρίτη πιο πυκνοκατοικημένη γειτονιά του κόσμου και έπαιζα σε ένα μπαλκόνι 2 επί 2. Ευτυχώς μια σύμπτωση (σε μια σειρά πολλών) καθόρισε την ενήλικη μου ζωή. Το στυλό του μπροστινού μου μαθητή έπεσε κάτω, αυτός έσκυψε να το πιάσει, την ώρα που έκανα άσεμνη χειρονομία προς μια καθηγήτρια, εκείνη την είδε, μου κατέβασε 3 βαθμούς. Τους ξαναθυμήθηκα λίγο καιρό μετά, που δεν μπήκα σε αθηναϊκό πανεπιστήμιο για ένα μόριο. Έξαιτίας αυτής της μείωσης βαθμών βρέθηκα στη Θεσσαλονίκη, όπου πήγα για 15 μέρες και έμεινα 15 χρόνια. Ακριβολογώ. Στη Θεσσαλονίκη έζησα 3 πολύ γερές ευτυχίες, ανάμεσα σε μύριες ταλαιπωρίες που σαφώς αποτελούν τον κανόνα σε όλους μας, τουλάχιστο στο δικό μου τάργκετ γκρουπ. Ένα περιοδικό, μία αυλή και κάποιες βραδινές δουλειές.

Από την αυλή θυμάμαι ότι μπορούσα να νοιώσω ήρωας του Κουστουρίτσα, να τρώω καλοκαίρι και χειμώνα (με παλτά και κασκόλ) έξω, να διαβάζω μυρίζοντας πασχαλιές κι ακούγοντας έντομα και εντομάκια, να ξυρίζομαι στον ήλιο, να παίζω κυνηγητό με ποντίκια (ναι, ορισμένες φορές αυτά μας κυνηγούσαν), να ζήσω μερικούς ισχυρούς φόβους και μύριες απολαύσεις. Είναι αλλιώς να κάθεσαι με φίλους στο έξω. Είναι αλλιώς να βρέχει και να βλέπεις τα δέντρα της αυλής, δε σου φαίνεται και τόσο άσχημο τελικά. Έμεινα όσο το σπίτι δεν κατέρρεε και παρά τις αμέτρητες ταλαιπωρίες, το να ζήσω εκεί 4 χρόνια ήταν από τις λίγες σωστές αποφάσεις που πήρα. Α, να μην ξεχάσω και τότε που έβγαλα όλη μου την κασετοσυλλογή στην αυλή για μια καθαριότητα στο σπίτι, με πήρε ο ύπνος, κι από σε ηλιόλουστο μεσημέρι ξύπνησα σε βροχερό απόγευμα. Πάνε οι κασέτες, πάνε όλα.

3. Από το περιοδικό, που φυσικά είναι το Rollin Under, θυμάμαι το σάστισμά μου όταν το πρωτοδιάβασα. Ολοκαίνουργια μουσική, ολοκαίνουργιο γράψιμο, χιούμορ, νεύρα, ενθουσιασμός, ακόμα και τα περιθώρια στις άκρες των σελίδων είχαν κείμενα των αξεπέραστων κυρίων κυρίων Μπάμπη Αργυρίου και Γιάννη Πλόχωρα. Είπα στον εαυτό μου δε γίνεται να μη συμμετάσχω σε αυτό. Αργότερα μπήκαμε οι Δημήτρης Κάζης, ο Πάκης Τζιλής (της φιλτάτης Poeta Negra) κι εγώ. Και πιο μετά άλλοι συνεργάτες και φίλοι. Ήταν δύσκολες εποχές. Για παράδειγμα έγραφα ένα γράμμα στους Chumbawamba, μου απαντούσαν λέγοντάς μου οκ, στείλε ό,τι ερωτήσεις θες, αλλά να ξέρεις, τα ταχυδρομεία της περιοχής μας πολεμούν, μπορεί να σου επιστραφεί. Όντως το επόμενό μου γράμμα επεστράφη με την ένδειξη παραλήπτης άγνωστος. Το κρατούσα μέχρι πρόσφατα. Κάναμε αμάν για ένα δίσκο, ένα γράμμα. Στεκόμουν στα δισκάδικα με ένα μπλοκάκι, αντιγράφοντας μέλη κάποιου γκρουπ, έτη κυκλοφορίας, κάποιο στίχο. Για να βγει ένα κείμενο σου έβγαινε πρώτα ένα λάδι. Τον Μπάμπη τον γνώρισα μέσω ενός τύπου που είχε πάρει το όνομά του από ένα κομμάτι των Ex και έγραφε κάτι απίστευτα διηγήματα στα πρώτα τεύχη και που τελευταία φορά έμαθα πως ήταν σε διάφορες γωνιές του κόσμου με τους γιατρούς χωρίς σύνορα. Ο ίδιος επίσης έγραφε για το γκρουπ του στίχους με ρεαλιστικότητα ανάλογη με του Δώρου: για τις βρύσες που στάζουν, για τους άθλιους ιδιοκτήτες σπιτιών, για τα ψηλά ενοίκια. Μου έλεγε, μα αυτά δεν απασχολούν όλους μας σήμερα;

4. Από τις άλλες πιο επαγγελματικές δουλειές μου έρχεται συχνά στο μυαλό μία. Το 1991 (λιμοκτονώντας) ζήτησα δουλειά σ’ ένα μπαρ. Μου είπαν ότι χρειάζονται κόσμο και πως με προσλαμβάνουν μόνο αν τους φέρω τις δεκάδες που περίμεναν. Τους είπα, στο τσεπάκι μου τους έχω. Ζήτησα από όλο τον κόσμο μου να έρθει να σωθώ. Ήρθαν μόνο κάποιοι Μπάμπης Αργυρίου και Δημήτρης Κάζης, έσυραν μαζί τους κι άλλους φίλους. Δεν το ξέχασα ποτέ, είχα το άγχος ότι έπρεπε να τους πω ότι δε το ξέχασα. Ουφ, το έγραψα, τώρα μπορώ να το ξεχάσω.

Με το Δημήτρη βρεθήκαμε μαζί και σε οργιαστικές εκπομπές στο Ράδιο Κιβωτός. Εκεί πέρασα καμιά εκατοστή ολονυχτίες που δύσκολα ξεχνιούνται. Ξεκινούσα την εκπομπή στις 12 κι έφευγα με το ξημέρωμα, ένα γεμάτο επτάωρο. Επειδή δεν είχα δική μου δισκοθήκη, καλούσα φίλους, γνωστούς κι αργότερα και άγνωστους να παίξουμε από τους δικούς τους δίσκους. Έτσι διαμορφώθηκε ένας κύκλος που εναλλασσόταν : τη μία ερχόταν ο ηλεκτρονικός, την άλλη ο ψυχεδελικός, την τρίτη ο σκοτεινός, την τετάρτη ο ποπίστας (εκεί δεν είχα παρέα…), την πέμπτη ο λογοτέχνης. Το θεωρούσα αυτονόητο να παίζουμε τα κομμάτια χωρίς διακοπές, λέγοντας ποιος τραγουδάει τι, ώστε να μπορεί ο κόσμος να ηχογραφεί. Μου έκανε εντύπωση ότι ορισμένοι που είχα καλέσει τότε δεν το ήθελαν. Ε όχι και να μοιραστούν τη δική τους συλλογή άλλοι. Οι άλλοι πρέπει απλώς να κοιτάνε, δηλ. να ακούνε και μόνο. Εννοείται ότι τους απέρριπτα. Αλλά κάθομαι και σκέφτομαι πως μόνο ο Μπάμπης στα διάφορα ραδιόφωνα που έφτιαξε ή πέρασε το έκανε/κάνει. Ούτε το υποτιθέμενο ροκ αθηναϊκό ραδιόφωνο. Τα θυμόμουν πρόσφατα ακούγοντας κάποια τύπισσα σε βραδινές ηλεκτρονικές εκπομπές. Τις 8 φορές που τηλεφώνησα να ζητήσω κομμάτι, μου έδωσε λάθος πληροφορία. 8 συμπτώσεις; Ήταν όμως τόσο ηλίθια στο άγχος της να μας κρατήσει μακριά από το κομμάτι ΤΗΣ , που μας έλεγε κάποιο άλλο κομμάτι μεν, από το δίσκο που έπαιζε δε. Συνεπώς έβρισκα το δίσκο και το κομμάτι. Δεν είναι πάρα πολύ έξυπνος;

5. Η μουσική κάθε μορφής είναι ό, τι ωραιότερο μπορώ να απολαύσω (μόνος) στη ζωή μου, μαζί με το διάβασμα. Παρατηρώ πως η ηδονή που αυξάνει όσο περνάει ο καιρός είναι το διάβασμα βιβλίων. Με το διάβασμα έχω την αίσθηση ότι με περιμένουν πολύ περισσότερες ακόμη άγνωστες απολαύσεις. Έχω το βιβλίο στο χέρι την ώρα που περιμένω να μαγειρευτεί το φαγητό, ένοιωθα μισός άνθρωπος αν δεν είχα βιβλίο στο μετρό, θυμάμαι κάθε ταξίδι/μετακίνηση/πόλη/γειτονιά που επισκέφτηκα, με βάση το βιβλίο που άνοιξα. Στη μουσική γίνομαι όλο και περισσότερο ιδιότροπος και φοβάμαι πως δεν μπορώ να την απολαύσω σκέτη, όπως άλλοτε. Αλλά δε μπορώ να φανταστώ ταξίδι, διάβασμα, περπάτημα, προ – ύπνο ή ξύπνημα, φαγητό και αυτοκίνητο χωρίς αυτήν. Παράξενο δηλαδή, τώρα που το σκέφτομαι, σε όλες τις στιγμές μου είναι απαραίτητη. Προχθές άπλωνα τα ρούχα και μου έλειπε το φλασάκι μου. 5 λεπτά χαμένα, έλεγα μέσα μου. Τελικά μόλις διαπιστώνω ότι έχω και στις 2 περιπτώσεις το σύνδρομο του χρήστη ναρκωτικών, με τη μόνη διαφορά ότι η άσπρη (σελίδα) με ανεβάζει περισσότερο από τις αόρατες νότες. Ίσως φταίνε οι έμποροι που τις νοθεύουν, ποιος ξέρει.

Θανάση Π., υποθέτω είσαι έτοιμος. Το ένοιωθες ότι θα είσαι ο επόμενος.

These icons link to social bookmarking sites where readers can share and discover new web pages.
  • Digg
  • Sphinn
  • del.icio.us
  • Facebook
  • Mixx
  • Google
  • Furl
  • Reddit
  • Spurl
  • StumbleUpon
  • Technorati