Αυτό το γραπτό θα μπορούσε να ‘χει και υπότιτλο. Κάτι του στιλ «Πώς μπορεί αντί να πιεις τέσσερις μπίρες να σε πιουν αυτές» ή οτιδήποτε ανάλογο που να κραυγάζει ότι μια βόλτα που πήγαινε στο χαλαρό βγήκε τελικά στο παρά ένα ξινή.

Πριν, όμως, να θυμίσω το περίφημο θεώρημα του Ginsberg:
1. Δεν μπορείς να νικήσεις.
2. Δεν μπορείς να φέρεις ισοπαλία.
3. Δεν μπορείς και να βγεις από το παιχνίδι.
Τι μένει;
Ε, αυτό που μένει, αυτό και συμβαίνει, αυτό και συνέβη.

Κάθε Πέμπτη στο κέντρο γίνεται η γνωστή πορεία για το γνωστό άρθρο της γνωστής δημοσίας παιδείας που τέτοια δεν είναι, αλλά ως τέτοια την αναφέρουν ακόμα κάπου στα χαρτιά. Αν ανέβεις την Πανεπιστημίου, κατά μήκος της ακτογραμμής των όσων την κατεβαίνουν δηλαδή, όλα τα junk-φαγάδικα είναι τίγκα. Το τι αγωνιστική τυρόπιτα πέφτει στις πορείες δε λέγεται. Εμείς, όμως, για μπίρα πηγαίναμε (ο δεύτερος ήταν ο Αντώνης Ξαγάς). Και ως γνωστόν τις μπίρες τις πίνουν κάπου που να τις έχουν και χωρίς πολλά-πολλά βρεθήκαμε θεατές από τζαμαρία στα επεισόδια έξω από το Πολυτεχνείο. Σαν ταινία ήτανε. Τη μια ανέβαιναν οι «Ινδιάνοι», την άλλη κατέβαιναν οι «καουμπόιδες» και ένας τύπος στο κινητό να έχει μπερδέψει την κυκλοφορία.

Εγώ, όμως, παραδοσιακά είμαι με τους «Ινδιάνους». Με έναν faux pas συλλογισμό δε, θυμήθηκα τον Οκτώβρη όταν ξαναστήθηκαν τα οδοφράγματα στο Παρίσι. Ήταν τα ίδια ή και νέα πρόσωπα, το παλιό άλυτο πακέτο προβλημάτων, ένα χρόνο μετά τα πρώτα συμβάντα. Στο ενδιάμεσο, η κάθε πλευρά είχε απλά μάθει πώς να αντιδρά καλύτερα στα αντανακλαστικά του αντιπάλου. Ό,τι γίνεται και στα δικά μας μέρη, ανέκαθεν. Και μόνον αυτό. Άλλο τίποτα, τίποτα επί της ουσίας.

Το εντυπωσιακό είναι πώς σε όλες αυτές τις περιπτώσεις αλλοιώνεται το σαφές κοινωνικό μήνυμα όταν το πιάνουν στο στόμα τους οι ειδήμονες και οι αναλυτές. Αυτοί που «τα ξέρουν όλα» είναι κι αυτοί που συντηρούν και την πιο ακούνητη πλευρά των πραγμάτων. Και όταν μπογιατίζονται και με πολιτικό χρώμα, είναι να φεύγεις.

Στην Ευρώπη του 2007 τα νοήματα της Οκτωβριανής Επανάστασης θα ‘πρεπε να σκίζουν από αποδοχή. Δεν σκίζουν, όμως. Και φταίνε γι’ αυτό όσοι τα εγκλώβισαν, εκείνοι οι λειψοί αντιπρόσωποι και η ολοένα και πιο καιροσκοπική αριστερά τους.
Οι παραπάνω σκέψεις βέβαια ήταν το δεύτερο θέμα. Γιατί το, εξίσου μεγάλο, άλλο ήταν ότι δεν αντέχω πλέον, λόγω ηλικίας, τα δακρυγόνα νέας γενιάς. Το λέει και ο προσδιορισμός τους: νέας, όχι παλιάς. Και αυτά προς κακή μας τύχη τρυπώνουν παντού. Διαχέονται και διεισδύουν σαν τα αέρια στους παλιότερους James Bond-ηδες. Στο μαγαζί έπεσε κλάμα αμάζευτο.

Λίγα τετράγωνα μακρύτερα, φυσικά, όλα ήταν στη συνηθισμένη τους θέση. Άλλο ζητούμενο κι αυτό με τις αντιφάσεις των πόλεων, τις μεθόδους περιορισμού τύπου γκέτο (εκεί και μόνον εκεί, λίγο πιο έξω όχι).

Η Rose-Marie Lamy στο βιβλίο της «Ξανασκεφτόμαστε τη Δημοκρατία» που είναι δώρο που κυκλοφορεί και στα ελληνικά γράφει το περίφημο: «Ας ξαναγίνουμε αυτόνομοι…». Και το γράφει κατευθείαν στην πρώτη σελίδα.

Δε μπορείτε να φανταστείτε πόση πολλή λύπη μου φέρνει μια τέτοια δήλωση. Διότι θα μείνει για πάντα ουτοπική, θεωρητική και απραγματοποίητη.

Πάνος Πανότας

These icons link to social bookmarking sites where readers can share and discover new web pages.
  • Digg
  • Sphinn
  • del.icio.us
  • Facebook
  • Mixx
  • Google
  • Furl
  • Reddit
  • Spurl
  • StumbleUpon
  • Technorati