Εδώ κι έναν περίπου μήνα, κατεβαίνοντας κάθε πρωί τη Σόλωνος προς το γραφείο αντικρίζω το ίδιο άσχημο θέαμα: Στο σημείο του δρόμου μεταξύ της Ζωοδόχου Πηγής και της Εμμανουήλ Μπενάκη στέκονται ένστολοι άνδρες των ΜΑΤ σε πλήρη εξοπλισμό. Μαζεμένοι σε πηγαδάκια, πίνουν τον πρωινό τους φραπέ, κοιτώντας με επιτηδευμένα εξεταστικό ύφος τους περαστικούς να πηγαίνουν στις δουλειές τους.

Στην αρχή δεν έδωσα και πολύ σημασία, νομίζοντας ότι πρόκειται για κατάλοιπο από τις μεγάλες εκπαιδευτικές πορείες του Δεκεμβρίου. Όταν όμως η κατάσταση συνεχίστηκε και το νέο έτος, χωρίς να μπορώ να βρω μια λογική εξήγηση για την παρουσία των ειδικών αυτών δυνάμεων στο συγκεκριμένο σημείο, αφού ούτε πολύ κοντά στη Νομική είναι, ούτε στο Πολυτεχνείο, θέλησα να μάθω την αιτία.

Γιατί δεν υπήρξε πρωινό που να μη μου χαλάσει στιγμιαία η διάθεση στο θέαμα της ομάδας των ΜΑΤ: Οι νέοι αυτοί άνθρωποι σηκώνονται κάθε πρωί από το κρεβάτι τους με τον υψηλό στόχο να δείρουν, ως επί το πλείστον, τον όποιο άτυχο φουκαρά βρεθεί μπροστά τους στις πορείες και τις διαδηλώσεις. Αυτό είναι το πικ της ύπαρξής τους, συγκλονιστικό στην απλότητά του! Διαφορετικά, ξεροσταλιάζουν άπραγοι και αντιαισθητικοί, χωμένοι στα κράνη και τις ασπίδες τους, χωρίς να μπορούν, αλλά και χωρίς να θέλουν, να εμποδίσουν την πραγματική εγκληματικότητα που μαστίζει την Αθήνα.

Να ρωτήσω τους ίδιους, λοιπόν, το γιατί βρίσκονται κάθε ημέρα στη Σόλωνος αποκλείστηκε εξ αρχής λόγω των εύλογων αμφιβολιών μου, τόσο για το πώς θα ξεκινούσε η ‘κουβέντα’, όσο και για το πού θα κατέληγε. Τελικά με διαφώτισε ο θυρωρός της πολυκατοικίας, λέγοντάς μου ότι το βιβλιοπωλείο του Γεωργιάδη (Σόλωνος 116), γνωστό για τις φιλοκαρατζαφερικές του εκδόσεις (εκλαϊκευμένη εθνολατρεία κ.λπ.), είχε δεχτεί επιθέσεις με μολότοφ, και γι’ αυτό ζήτησε προστασία από το κράτος.

Την ίδια εξήγηση μου έδωσε και η Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας, η οποία βέβαια συμφώνησε μαζί μου ότι τέτοιου είδους επιθέσεις γίνονται αργά τη νύχτα κι όχι στις 8 η ώρα το πρωί, παρόλα αυτά έκρινε απαραίτητο να φυλάσσεται η περιοχή από τις ειδικές δυνάμεις των ΜΑΤ, και μάλιστα επί 24ώρου βάσεως. Τα ΜΑΤ λοιπόν ήρθαν για να μείνουν.

Είναι προφανές ότι το μέτρο αυτό είναι δυσανάλογο με την όποια ανάγκη προστασίας μιας ιδιωτικής επιχείρησης, η οποία στο κάτω κάτω θα έπρεπε να πληρώνει η ίδια για τις αυξημένες ανάγκες φύλαξής της, όπως κάνουν όλες οι υπόλοιπες επιχειρήσεις (αν ήταν έτσι, γύρω από τις τράπεζες θα έπρεπε να είχε κατέβει ο ελληνικός στρατός!). Δύο όμως είναι οι πιθανές εξηγήσεις του: είτε οι αξιωματικοί της ελληνικής αστυνομίας έχουν χάσει τη στοιχειώδη ικανότητα κρίσεως, ή, το χειρότερο, οι ‘επιθέσεις αγνώστων’ χρησιμοποιούνται επισήμως ως πρόσχημα για την πρωτοφανή και πέρα από κάθε δημοκρατικό, αλλά και λογικό, όριο αστυνόμευση της πόλης. Δυστυχώς, αυτή είναι στην ουσία η πραγματικότητα.

Σκέφτηκα να το ψάξω λίγο περισσότερο, ζητώντας αντίγραφο της σχετικής έγγραφης εντολής (αν φυσικά υπάρχει), όμως δεν το έκανα, γνωρίζοντας ότι η όποια ατομική προσπάθεια είναι καταδικασμένη όχι μόνο στην αποτυχία, αλλά και στην γραφικότητα. Δεν μπορώ όμως να μην σκεφτώ το πόσο όμορφα δένει το χακί και τα όπλα των ΜΑΤ με τα σπαρτιατικού τύπου ιδεώδη του κ. Γεωργιάδη, ο οποίος θα τα χαζεύει από τη βιτρίνα του καταστήματός του, ονειροπολώντας κόσμους νέους. Και οποία ειρωνεία, οι ειδικές δυνάμεις καταστολής, στην προστασία των βιβλίων και της γνώσης …

Είναι όμως φανερό ότι, όσο περνάει ο καιρός, αυτό που είχε μόλις ξεμυτίσει, παγιώνεται πλέον ως ζοφερή πραγματικότητα: η πόλη μας μετατρέπεται σιγά σιγά σε κατεχόμενη ζώνη, γεμάτη νεοδιόριστους κρατικούς υπαλλήλους της βίας και (το συνηθέστερο) της απραγίας. Αυτό που στην Αμερική σηματοδοτήθηκε με την πτώση των δίδυμων πύργων και τον φόβο των ισλαμιστών, στην Ελλάδα γίνεται με το άλλοθι του φλεγόμενου Πολυτεχνείου και των υπεράνω συλλήψεως κουκουλοφόρων (τηρουμένων βεβαίως των αναλογιών). Μια πρόγευση άλλωστε από τη νέα εποχή της απροκάλυπτης κρατικής επιβολής μας επιφύλαξε ο ‘σύγχρονος θεσμός’ της δημοτικής αστυνομίας: της είπαν να βάλει το χακί (και το ‘βαλε), μα της είναι βάσανο οι αρβύλες (σαν κόβει τις κλήσεις, γιατί τίποτα άλλο δεν κάνει).

Και είναι η πρώτη φορά μετά την πτώση της χούντας που στους δρόμους της Αθήνας βρίσκονται τόσοι ένστολοι με τα όπλα στη μασχάλη, όχι λόγω έκτακτων γεγονότων, αλλά ως παγιωμένη, καθημερινή κατάσταση. Κι ενώ, ακόμη και στα σκληρά χρόνια της δικτατορίας, οι αστυνομικές δυνάμεις διατηρούσαν την εμφάνιση των ‘επιτηρητών της πόλης’, φορώντας τις κλασσικές αστυνομικές στολές τους, η εικόνα που παρουσιάζουν οι σύγχρονοι ‘ράμπο’ του υπουργείου δημοσίας τάξεως θυμίζει περισσότερο πολεμικά μέτωπα και στρατιωτικές επιχειρήσεις.

Εικόνα αποκαρδίωσης και εικόνα ντροπής για την Αθήνα του 2007, στην οποία γεννήθηκε και άκμασε κάποτε η δημοκρατία. Όσο παρωχημένο και γραφικό κι αν ακούγεται πλέον αυτό…

Ροζίτα Σπινάσα

These icons link to social bookmarking sites where readers can share and discover new web pages.
  • Digg
  • Sphinn
  • del.icio.us
  • Facebook
  • Mixx
  • Google
  • Furl
  • Reddit
  • Spurl
  • StumbleUpon
  • Technorati